27.11.06
Regina del Ballo
Θυμάσαι παλιά που τραγουδούσαμε μαζί; Μοιάζει σα να'ταν χθες. Έχει περάσει όμως καιρός από τότε. Ακόμη και τότε εσένα η ψυχή σου ήταν αλλού... Εσύ ήθελες πάντα να χορεύεις. Και μία μέρα μου το είπες... «Δε θέλω πια να τραγουδώ... Θέλω να χορεύω!» Κι εγώ το δέχτηκα. Γιατί ήθελα να είσαι ευτυχισμένη. Ευτυχισμένη μέσα στην αλήθεια σου. Κι από τότε εσύ χορεύεις κι εγώ σιγοψιθυρίζω κάτι μελωδίες παλιές και ίσως ξεχασμένες. Άλλοτε πάλι τραγουδώ δυνατά κι η ατμόσφαιρα γεμίζει τραγούδια παλιά και καινούρια. Δεν είναι όμορφα; Αλήθεια, δεν είναι;
Κι ήρθανε κι άλλοι που τους αρέσει να τραγουδούν. Κι ήρθανε κι άλλοι που τους αρέσει να χορεύουν. Είμαστε μια όμορφη παρέα...
Στιγμές στιγμές όμως δε νοιώθω την ευτυχία σου. Γι'αυτό δε γίναν όλα; Για να είσαι γελαστή.
Για να χορεύεις και να γελάς. Για να γελάς και να χορεύεις. Κι εγώ εκεί δίπλα σου να τραγουδώ αδιάκοπα και να σε χειροκροτώ! Τα μάτια σου δεν πρέπει να σκοτεινιάζουν. Το κεφάλι σου να μη χαμηλώνει. Άνοιξε διάπλατα τα χέρια σου. Σήκω και χόρεψε αλλά μην προσπαθείς να με κάνεις κι εμένα να χορέψω... Δε θέλω και δε μπορώ. Εμένα μου αρέσει απλά να τραγουδώ. Σε παρακαλώ πάψε να μου ζητάς να χορέψω μαζί σου! Μη φοβάσαι πως είσαι μόνη σου. Είμαι κι εγώ εκεί, μονάχα λίγο πιο πέρα. Όταν κουραστείς από τις φιγούρες έλα πλάι μου κι εγώ θα σου δώσω νερό να ξεδιψάσεις. Έλα κοντά μου κι εγώ θα σου τραγουδήσω για να κοιμηθείς. Μα μην προσπαθείς να με κάνεις να χορέψω. Εμένα η ψυχή μου είναι αλλού...
25.11.06
Μια φορά κι έναν καιρό...
Όταν το φεγγάρι έβγαινε στον ουρανό
το κορίτσι συναντούσε το αγόρι κοντά σ'ένα δέντρο δίπλα στη λίμνη
κι εκεί, στο φως της σελήνης, παραδινόταν
στην αγκαλιά του, στα χάδια του, στα φιλιά, στον έρωτά του
και ήταν ευτυχισμένη,
όμως
κάθε φορά που γύριζε στο σπίτι της
την περίμενε κάποιος άλλος κι ένοιωθε δυστυχισμένη.
Έλυνε τα μαλλιά της,
περπατούσε πάνω κάτω στο δωμάτιο,
κοιτούσε από το παράθυρο
και κατσούφιαζε χωρίς να γνωρίζει ούτε και η ίδια το λόγο,
ώσπου η μέρα περνούσε κι ερχόταν το βράδυ
και συναντούσε ξανά το αγόρι
και ήταν πάλι ευτυχισμένη.
Η αγκαλιά του τη γέμιζε ηδονή και όταν την κοιτούσε με τα μελαγχολικά μάτια του ένα ρίγος διαπερνούσε το κορμί της.
Μία φορά κι έναν καιρό ήταν ένα αγόρι που αγαπούσε ένα κορίτσι.
Όταν το φεγγάρι έβγαινε στον ουρανό
το αγόρι συναντούσε το κορίτσι κοντά σ'ένα δέντρο δίπλα στη λίμνη
κι εκεί, στο φως της σελήνης, την τύλιγε
στην αγκαλιά του, στα χάδια του, τη γέμιζε φιλιά κι έρωτα
και ήταν ευτυχισμένος,
όμως
κάθε φορά που γύριζε στο σπίτι του
τον περίμενε κάποια άλλη κι ένοιωθε δυστυχισμένος.
Έβγαζε τα ρούχα του, περπατούσε ξιπόλυτος στο μάρμαρο,
κοιτούσε από το παράθυρο
και χαμογελούσε ασυναίσθητα, χωρίς αιτία,
ώσπου η μέρα περνούσε κι ερχόταν το βράδυ
και συναντούσε ξανά το κορίτσι
και ήταν πάλι ευτυχισμένος.
Όταν την έπαιρνε αγκαλιά την ένοιωθε να τρέμει πάνω του και όταν εκείνη τον κοιτούσε με τα μαύρα μάτια της μία πίκρα τον κυρίευε αναπάντεχα.
Μια νύχτα το φεγγάρι δεν είδε το κορίτσι και το αγόρι κοντά στο δέντρο δίπλα στη λίμνη, τους είδε μέσα στα νερά της να το κοιτούν κατάματα πιασμένοι χέρι χέρι.
24.11.06
Matrimonio insanguinato

Δύο φορές οι ίδιοι ηθοποιοί.
Δύο φορές η ίδια υπόθεση.
Δύο φορές τα ίδια δάκρυα να κυλούν από τα μάτια.
Δύο φορές το ίδιο ρίγος στο κορμί.
Δυο φορές η ίδια επανάσταση της ψυχής απέναντι στο αναπόφευκτο.
Προκαταβολικό πένθος γι' αυτό που πλησιάζει;
Πονάει κάθε φορά που συνειδητοποιώ πως κάποτε θα πάψω να ανασαίνω, πως τα χείλη μου θα μελανιάσουν και τα μάτια μου, ακόμα κι αν παραμείνουν ανοιχτά, δε θα ξαναντικρύσουν τίποτα άλλο πέρα από ένα μαύρο φόντο.
Υ.Γ. «Και τα όνειρά σου μες στα μάτια σε κοιτάζουν και σέρνουν κάτι πόθους γερασμένους. Μοιάζουν γυναίκες που τους ήρωες αγκαλιάζουν και τους φορτώνουν στα κρεβάτια ηττημένους... Μα όταν θα κλείσεις, όταν θα τελειώσεις, όταν διαβάσεις πολλά γραμμένα, θα δεις πως όλα μπορούνε να υπάρχουν, να συνεχίζουν χωρίς εσένα...» (Β.Π. & Θ.Μ. Καταδότες)
23.11.06
Έπεσε η αυλαία. Τέρμα το παραμύθι.
«Σ’αγαπώ», ψιθυρίζει.
Δε μιλάμε…
«Εσύ μ’αγαπάς καθόλου;». Τον κοιτάζω κατάματα και χάνομαι στο πράσινο των ματιών του. Αυτό το βαθύ βλέμμα ήταν όλη μου η απάντηση.
Ζητώ τα χείλη του ξανά και ξανά. Αναρωτιέμαι το γιατί, όμως η απάντηση δεν υπάρχει πουθενά. Απλά συνεχίζω να παραδίδομαι στα χάδια του, που με κάνουν να αναριγώ και ξεχνώ τα πάντα.
Τα βλέφαρά μου βαριά και ο ύπνος μου χαϊδεύει ερεθιστικά το μάγουλο. Όμως δε θέλω ακόμα να παραδοθώ στην αγκαλιά του. Φοβάμαι πως έτσι θα ξεχάσω την έντονη στιγμή που πριν από λίγο έζησα. Δε θα αφήσω κάτι τέτοιο να συμβεί. Θα κρατήσω τη γλυκιά αίσθηση που έχω στην ψυχή μου ζωντανή, ακόμα κι αν χρειαστεί να πονέσω… Είμαι όμως έτοιμη για κάτι τέτοιο; Αξίζει; Φοβάμαι να το σκεφτώ περισσότερο και να προσπαθήσω να δώσω απαντήσεις. Ίσως και να είναι καλύτερα να αγνοήσω έστω και για μία φορά το «πρέπει» και να ενεργήσω εντελώς αυθόρμητα.
Με φιλάει ακόμα μια φορά. Το φιλί του είναι μεθυστικά απαλό και τυραννικά αργό. Καθώς περνά τα χείλη του προς το λαιμό μου η καρδιά μου ξεσπά σαν πυροτέχνημα και η ύπαρξή μου ολόκληρη γνωρίζει την πλήρη απόλαυση. Κάθε κύτταρό μου μοιάζει με ένα μικρό εκρηκτικό μηχανισμό που από στιγμή σε στιγμή πρόκειται να εκραγεί.
Δεν είναι ένα απλό άγγιγμα χειλιών.
Είναι άγγιγμα ψυχών. Είναι έρωτας…
Παρασκευή 11 Ιουνίου 2004
Έχω ανάγκη , Βασίλης Παπακωνσταντίνου
Έχω ανάγκη μια σου λέξη,
μια αλήθεια μες τις αυταπάτες
και μια αγκαλιά να με γιατρέψει
από θανάσιμες αγάπες.
Έχω ανάγκη να βουλιάξω
μέσα στο πιο βαθύ σου βλέμμα,
απ’ την αλήθεια να τρομάξω
και να βουλιάξω σ’ ένα ψέμα.
Έχω ανάγκη να σου δείξω
πως είμαι πλέον οπαδός σου,
με την παλάμη μου ν’ αγγίξω
τον πυρετό στο πρόσωπό σου,
Έχω ανάγκη να σε νοιώσω
σαν μία προσωπική μου νίκη.
Με πόσα βράδια να πληρώσω
τη μοναξιά που μου ανήκει...Μια κρύα νύχτα του Σεπτέμβρη,
ένα σακατεμένο βράδυ,
μόνο τα μάτια σου θυμάμαι
δύο φλόγες μέσα στο σκοτάδι.
Μια κρύα νύχτα του Σεπτέμβρη,
που όσο θυμάμαι με πονάει...
Έχουν περάσει τόσα χρόνια
μ’ αυτή η αγάπη δεν περνάει...
Απόψε δε θα βγω στους δρόμους
στα όνειρά μου θα σε ψάξω.
Ότι δεν έφυγες ποτέ σου
έχω ανάγκη να φωνάξω.
Σ’ όποια αγκαλιά και να κοιμάσαι
εγώ μαζί σου θα ξυπνάω,
την πιο γλυκιά σου απουσία
έχω ανάγκη ν’ αγαπάω.
Κι έτσι για πάντα θα σαλπάρω
στην πλάτη του δικού σου ανέμου,
σαν να ‘σουν όρκος θα σε πάρω
που δε θα πάταγα ποτέ μου.Αφιερωμένο μάτια μου…
Δευτέρα 14 Ιουνίου 2004
Όλοι αλλάζουν…
Όλα αλλάζουν…
Αρκεί να μη φοβούνται να τολμήσουν.Η μουσική, όπως πάντα, δυνατά. Η στιγμή είναι η πιο όμορφη ολόκληρης της ημέρας. Είναι η στιγμή που τα δύο πιο φωτεινά στοιχεία του κόσμου συναντιούνται και παίζουν ένα ερωτικό παιχνίδι που ποτέ όμως δεν είναι το ίδιο. Ο ήλιος παραχωρεί τη θέση του στο φεγγάρι δίνοντάς του ένα απαλό φιλί και το φεγγάρι έρχεται να φωτίσει τις νύχτες των ανθρώπων. Αυτή η ερωτική σύζευξη γίνεται αισθητή μόνο αν κλείσεις τα μάτια σου και αφήσεις το κοκκινωπό χρώμα της ένωσής τους να χαϊδέψει τα μαλλιά σου…
Με κλειστά μάτια τι άλλο μπορώ να σκεφτώ πέρα από εκείνον που μου θυμίζει την ομορφιά…;Τρίτη 15 Ιουνίου 2004
Αγκαλιά Ανάγκη Απουσία
Βραδινό Βλέμμα
Γρήγορα Γλυκά
Δημήτρη
Ένιωθα Έφυγες
Ζει
Ήθελα Ηδονή
Θάρρος
Ίνδαλμα
Κοιτάς Καρδούλα Καλοκαίρι
Λόγια Λάθος Λιώνει
Μάτια Μικρό Μου
Νύχτα
Ξένοι
Όνειρο Όρκος
Περιπλανήσεις Ποτάμι Πάντα Πονάει
Ραγίζω
Σιωπή Στενά Σκιές
Τέλος Τρέχω
Υποσχέθηκες Υπάρχει
Φιλί Φλόγα
Χέρι Χάδι
Ψέμα Ψύχρα
Ωχ…(Χίλιες Σιωπές, Ελένη Τσαλιγοπούλου)
22.11.06
Paris, je t'aime...

16.11.06
Ας καώ...

Γιατί είχα κλείσει τα μάτια μου και ταξίδευα μακριά. Γιατί δε μου έφτανε η αγκαλιά σου. Δε μου έφτανε το άγγιγμά σου. Δε μου έφτανε το κορμί σου. Ήθελα και την αγάπη σου.
Τώρα δεν είσαι εδώ δίπλα μου.
Έφυγες.
Σε έδιωξα γιατί μου πρόσφερες λίγα.
Μα σε θέλω πάλι πίσω. Πριν καν προλάβω να συνειδητοποιήσω την απουσία σου.
Προτιμώ το δικό σου λίγο από το δικό μου τίποτα.
Κι ας καώ...