11.1.08

Και τι να γράψω, μου λες; Πώς να βρω τις σωστές λέξεις για κάτι που δεν το ‘χω ξανανοιώσει αλλά είναι τόσο αφοπλιστικά γνώριμο που το πρώτο πράγμα που μου φέρνει στο μυαλό είναι να πιάσω χαρτί και μολύβι και να το εγκλωβίσω για να το βλέπουν για πάντα τα αχόρταγα μάτια μου; Έρχονται όλα στο μυαλό μου και για ακόμη μια φορά οι σκέψεις γίνονται κουβάρι. Αφήνω το έξω να με αποπροσανατολίζει και ξεχνάω – μου επιτρέπω να ξεχνάω – τι θέλω να σκεφτώ. Αυτό που πριν από λίγο μου είπες να πάψω να κάνω. Ξέχασα από τι ξεκίνησα και μπλέχτηκα οπότε άνοιξα τα μάτια και έβγαλα τις παλάμες από το πρόσωπό μου. Θα μπω σε ένα δρόμο. Θα πάψω να σκέφτομαι ότι το κεφάλι μου πονάει και θα προσπαθήσω να βρω γιατί πονάει κάτι τέτοιες στιγμές. Δεν έχω ανάγκη να τρέξω. Μου αρκεί να πάω προς τα μπροστά. Ποτέ όμως δε θέλω να νοιώσω μόνη. Δε θα το αντέξω. Αυτή η φράση αντηχεί μέσα στο μυαλό μου και με πονάει τόσο πολύ. Είμαι μόνη μου. Νομίζω πως έτσι είναι τα πράγματα αλλά εγώ αρνούμαι να το δεχτώ από φόβο. Δεν ξέρω…

Όχι
αρνούμαι να μην ξέρω!
υ.γ. για το 2008 τι εύχομαι..; να πάψουν πια να υπάρχουν τα «δεν ξέρω» μου. ή μάλλον να τα πάψω εγώ.

4 σχόλια:

anyone είπε...

η δικιά σου απόφαση
η δική μου άρνηση
πια.....

όχι κατάματα πια
μόνο με μάτια αλλωνών
μέσα σε σκέψεις άλλων

και είπαμε
ποτέ,ποτέ μόνη
πότε με σκέψη
πότε με βλέμμα μαζί


τρέξε πίσω
στις αναμνήσεις σου
και θυμήσου....

καληνύχτα μικρή μου
φιλί....

Blury mind είπε...

Είχα τα ερωτήματα σου για πάρα πολύ καιρό, και κατέληξα εκεί http://blurymindblurypix.blogspot.com/2008/01/15-02-07.html
πρίν απο περίπου ένα χρόνο..

Να προσέχεις τον εαυτό σου,
Και να "κόψεις" τα δεν ξέρω σου..

Απο μόνα τους δεν κόβονται.

Απο μόνα τους δεν υπάρχουν..

Έχω Ανάγκη είπε...

Την ξύλινη ασπίδα που μου χρέωσες μικρό
ήρθαν οι μέρες κι ο καιρός, πίσω να στη γυρίσω,
τις νίκες δε με άφησες ποτέ να τις χαρώ
τη συντριβή μου δεν σου τη χαρίζω.

Με όρκους και ενθύμια ζητάς αθανασία
και τους εχθρούς σου κυνηγάς μακριά απ' τον καθρέφτη,
μα δε το λέν' αυτό ζωή, ούτε κι ευθανασία
στου πατρικού μου την αυλή να μπαίνω σαν τον κλέφτη.

Από αγάπη εφιάλτης κι από μάνα μητριά,
εδώ στα σύνορα της στάχτης για τελευταία φορά.

Στείλε με να σου φέρω απ' το περίπτερο τσιγάρα
ο μικρός σου ο γιος είμαι εγώ, είμαι εγώ...
Στείλε με να σου φέρω ψωμί κι εφημερίδα
με τα ρέστα δε γουστάρω πια να ζω.

Μόνη σου το αποφάσισες να γίνω ενικός
και πως στην αγκαλιά σου θα χωράν' μόνο οι καπάτσοι,
μα πριν η απελπισία μου να γίνει πανικός
μισή ζωή σου χάρισα, νομίζω είμαστε πάτσι.

Στείλε με να σου φέρω απ' το περίπτερο τσιγάρα
ο μικρός σου ο γιος είμαι εγώ, είμαι εγώ...
Στείλε με να σου φέρω ψωμί κι εφημερίδα
με τα ρέστα δε γουστάρω πια να ζω.

Στείλε με να σου φέρω απ' το περίπτερο τσιγάρα
ο μικρός σου ο γιος είμαι εγώ, είμαι εγώ...
Στείλε με να σου φέρω ψωμί κι εφημερίδα
με τα ρέστα δε γουστάρω πια να ζω.

G.V.G_Ps είπε...

^ anyone,

ψάχνω
πίσω και βαθιά
κι αν πονάει τώρα
σε λίγο καιρό θα γιάνει
το ξέρω και το πιστεύω
κι αυτό τώρα είναι η δύναμή μου!


^ blury mind,

«Με όρκους και ενθύμια ζητάς αθανασία
και τους εχθρούς σου κυνηγάς μακριά απ' τον καθρέφτη,
μα δε το λέν' αυτό ζωή, ούτε κι ευθανασία
στου πατρικού μου την αυλή να μπαίνω σαν τον κλέφτη.»


^ έχω ανάγκη,

...μπορεί να άργησες, αλλά χτύπησες ακριβώς κέντρο!